Από τον διάλογο στο European Journal of Psychoanalysis μεταφράσαμε τη δεύτερη επιστολή του G.Agamben. Για το link όλου του διαλόγου (στα αγγλικά) πατήστε εδώ. DR
Giorgio Agamben – Clarifications
17/03/2020
[…] Fear is a bad counselor, but it makes us see many things we pretended not to see. The first thing the wave of panic that’s paralyzed the country has clearly shown is that our society no longer believes in anything but naked life. It is evident that Italians are prepared to sacrifice practically everything – normal living conditions, social relations, work, even friendships and religious or political beliefs – to avoid the danger of falling ill. The naked life, and the fear of losing it, is not something that brings men and women together, but something that blinds and separates them. Other human beings, like those in the plague described by Manzoni, are now seen only as potential contaminators to be avoided at all costs or at least to keep at a distance of at least one metre. The dead – our dead – have no right to a funeral and it’s not clear what happens to the corpses of our loved ones. Our fellow humans have been erased and it’s odd that the Churches remain silent on this point. What will human relations become in a country that will be accustomed to living in this way for who knows how long? And what is a society with no other value other than survival?
The other thing, no less disturbing than the first, is that the epidemic is clearly showing that the state of exception, which governments began to accustom us to years ago, has become an authentically normal condition. There have been more serious epidemics in the past, but no one ever thought of declaring a state of emergency like today, one that forbids us even to move. Men have become so used to living in conditions of permanent crisis and emergency that they don’t seem to notice that their lives have been reduced to a purely biological condition, one that has lost not only any social and political dimension, but even any compassionate and emotional one. A society that lives in a permanent state of emergency cannot be a free one. We effectively live in a society that has sacrificed freedom to so-called “security reasons” and as a consequence has condemned itself to living in a permanent state of fear and insecurity.
It’s not surprising that we talk about the virus in terms of a war. The emergency provisions effectively force us to live under a curfew. But a war against an invisible enemy that can nestle in any other human being is the most absurd of wars. It is, to be truthful, a civil war. The enemy isn’t somewhere outside, it’s inside us.
What’s worrying is not so much the present, not only the present at least, but the aftermath. In the same way as the legacies of wars on peacetime have included a whole range of nefarious technologies, from barbed wire to nuclear plants, so it is very likely that there will be attempts to carry on pursuing, even after the medical emergency is over, many of the experiments governments hadn’t been able to implement: may universities and schools remain shut, with lessons and lectures taking place online, may an end be put once and for all to meetings and gathering to talk about political and cultural questions, may we only exchange digital messages and may wherever possible machines replace any contact – any contagion – between human beings.
______________________________________________________________________________
Μετάφραση στα ελληνικά:
Ο φόβος είναι κακός σύμβουλος, αλλά μας υποχρεώνει να δούμε πολλά πράγματα που υποκρινόμαστε ότι δεν βλέπουμε. Το πρώτο που κατεδείχθη σαφώς από το κύμα πανικού που παραλύει τη χώρα (στμ: την Ιταλία) είναι ότι η κοινωνία μας δεν πιστεύει πλέον σε τίποτα παρά στην γυμνή επιβίωση. Είναι προφανές ότι οι Ιταλοί είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν σχεδόν τα πάντα – τις συνήθειες, τις κοινωνικές σχέσεις, την εργασία, ακόμη και τις φιλίες και τις θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις – για να αποφύγουν τον κίνδυνο να αρρωστήσουν. Η γυμνή επιβίωση και ο φόβος της απώλειας δεν είναι κάτι που φέρνει κοντά, άντρες και γυναίκες, αλλά κάτι που τους τυφλώνει και τους χωρίζει. Οι άλλοι άνθρωποι, όπως αυτοί στην πανώλη που περιγράφεται από τον Manzoni, θεωρούνται τώρα μόνο ως δυνητικοί μολυντές που πρέπει να αποφεύγονται με κάθε κόστος ή τουλάχιστον να διατηρούνται σε απόσταση τουλάχιστον ενός μέτρου. Οι νεκροί – οι νεκροί μας – δεν έχουν δικαίωμα σε κηδεία και δεν είναι καν σαφές τι συμβαίνει στα πτώματα των αγαπημένων μας. Κοντινοί μας άνθρωποι έχουν απλά διαγραφεί – και είναι περίεργο ότι η Εκκλησία παραμένει σιωπηλή σε αυτό το σημείο. Τι θα απογίνουν οι ανθρώπινες σχέσεις σε μια χώρα που θα συνηθίσει (για ποιον-ξέρει-πόσο καιρό) να ζει με αυτόν τον τρόπο; Και τι είναι μια κοινωνία χωρίς καμία άλλη αξία εκτός από την επιβίωση;
Το δεύτερο, όχι λιγότερο ενοχλητικό από το πρώτο, είναι ότι η επιδημία δείχνει ξεκάθαρα ότι η κατάσταση εξαίρεσης, στην οποία οι κυβερνήσεις άρχισαν να μας συνηθίζουν πριν από χρόνια, έχει γίνει πια μια αυθεντική φυσιολογική κατάσταση. Υπήρξαν πιο σοβαρές επιδημίες στο παρελθόν, αλλά κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ να δηλώσει κατάσταση έκτακτης ανάγκης που μας απαγορεύει ακόμη και να κινηθούμε. Οι άνθρωποι έχουν τόσο συνηθίσει να ζουν σε συνθήκες μόνιμης κρίσης και έκτακτης ανάγκης που δεν φαίνεται να παρατηρούν ότι η ζωή τους έχει μειωθεί σε μια καθαρά βιολογική κατάσταση, η οποία έχει χάσει όχι μόνο οποιαδήποτε κοινωνική και πολιτική διάσταση, αλλά και οποιαδήποτε συμπονετική και συναισθηματική. Μια κοινωνία που ζει σε μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης δεν μπορεί να είναι ελεύθερη. Πρακτικά ζούμε σε μια κοινωνία που έχει θυσιάσει την ελευθερία στους λεγόμενους «λόγους ασφάλειας» και ως εκ τούτου καταδικάστηκε να ζει σε μόνιμη κατάσταση φόβου και ανασφάλειας.
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι μιλάμε για τον ιό με όρους πολέμου. Οι διατάξεις έκτακτης ανάγκης μας υποχρεώνουν να ζούμε υπό απαγόρευση κυκλοφορίας. Αλλά ένας πόλεμος εναντίον ενός αόρατου εχθρού που μπορεί να φωλιάζει σε οποιοδήποτε άλλο ανθρώπινο ον είναι ο πιο παράλογος των πολέμων. Είναι, για να είμαι ειλικρινής, ένας εμφύλιος πόλεμος. Ο εχθρός δεν είναι κάπου έξω, είναι μέσα μας.
Αυτό που είναι ανησυχητικό δεν είναι τόσο πολύ το παρόν, τουλάχιστον όχι μόνο το παρόν, αλλά τα επακόλουθα. Με τον ίδιο τρόπο που κατά την ειρηνευτική περίοδο οι κληρονομιές των πολέμων έχουν συμπεριλάβει μια ολόκληρη σειρά κακών τεχνολογιών, από συρματοπλέγματα έως πυρηνικά, είναι πολύ πιθανό ότι θα υπάρξουν προσπάθειες για συνέχιση, ακόμη και μετά την περίοδο έκτακτης υγειονομικής ανάγκης, πολλών από τα πειράματα που οι κυβερνήσεις δεν είχαν μπορέσει να υλοποιήσουν: τα πανεπιστήμια και τα σχολεία να παραμείνουν κλειστά με μαθήματα και διαλέξεις που γίνονται σε απευθείας σύνδεση, να τερματιστούν μια για πάντα οι συναντήσεις και συγκεντρώσεις για πολιτικά και πολιτιστικά ζητήματα, να ανταλλάσσουμε μόνο ψηφιακά μηνύματα και, όπου είναι δυνατόν, οι μηχανές να αντικαθιστούν οποιαδήποτε επαφή – οποιαδήποτε μόλυνση – μεταξύ ανθρώπων.