Καλά, με το ποδόσφαιρο ασχολείστε;
Ναι, με το ποδόσφαιρο! Όχι μόνο γιατί μας αρέσει, όχι μόνο γιατί παρέχει ένα πλαίσιο αναφορών αναγνωρίσιμων και κατανοητών σχεδόν σε όλους, αλλά διότι επίσης αποτελεί έναν χώρο κατ’ εξοχήν πολιτικό: επιβολής ισχύος, άσκησης οικονομικών, διπλωματικών και διεθνών σχέσεων, δικαστικών κρίσεων και νομικών μαγειρεμάτων, με δυο λόγια, είναι ένας ευγενής πόλεμος. Πόσο ευγενής, όμως, είναι αυτός ο πόλεμος;
«Προσπάθεια διαστρέβλωσης των πραγματικών περιστατικών, με στόχο να περάσει σε δεύτερο πλάνο η πανάξια νίκη της ΑΕΚ στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, κατήγγειλε ο Δημήτρης Μελισσανίδης.»
«Διασκεδάζουμε με τις δηλώσεις του αγράμματου, γραφικού γκανγκστεράκου, γνήσιου τέκνου του υποκόσμου.»
Αυτές οι δηλώσεις είναι ένα κομμάτι από τα μεθεόρτια της νίκης της ΑΕΚ επί του Ολυμπιακού, το Σάββατο που μας πέρασε (13/2/2016)˙ στη μάχη ‘‘του Καλού με το Κακό’’ όπως μου αρέσει να λέω στους φίλους μου, Ολυμπιακούς, για να τους πειράξω. Και τους πειράζει, πράγματι, που κανείς πια δεν τους αναγνωρίζει ως άξιους πρωταθλητές αλλά ως κλέφτες. Είναι και οι σχέσεις του αφεντικού με τα φασιστάκια. Είναι πολλά που μαζεύτηκαν τα τελευταία χρόνια και ξενερώνουν τους φιλάθλους του Ολυμπιακού. Αποτέλεσμα είναι να εμφανίζεται ο Μελισσανίδης ως αντίπαλος του διεφθαρμένου κατεστημένου και ως εξυγιαντής του ποδοσφαίρου! Ως μεσσίας που θα διώξει την Χούντα ‘‘ο Ολυμπιακός να κερδάει και όλοι οι άλλοι να…’’ για να επανέλθει η Δημοκρατία του 50-50. Όπως έγινε το Σάββατο, που ο Μελισσανίδης με την ομάδα νίκησαν δίκαια τον μέχρι εκείνη τη στιγμή αήττητο Ολυμπιακό.
Το ερώτημα είναι αν ένας ποδοσφαιρικός παράγοντας όπως ο Μελισσανίδης μπορεί να εγγυηθεί την καθαρότητα του ποδοσφαίρου. Μήπως αυτό είναι δουλειά του κράτους; Ναι, είναι η απάντηση, ασφαλώς και είναι δουλειά του κράτους. Αλλά κανένας υπουργός ή πρωθυπουργός δεν το έχει κάνει ως τώρα. Ο τωρινός υφυπουργός αθλητισμού Σταύρος Κοντονής ισχυρίζεται ότι θα κάνει το ίδιο με το Μελισσανίδη. Θα καθαρίσει το βρώμικο ποδόσφαιρο. Θα τα καταφέρει; Θα καταφέρει να βάλει τάξη ή θα αφήσει τους παράγοντες να κάνουν παιχνίδι;
Ο Βασίλης Σαμπράκος, έγραψε την περασμένη βδομάδα στο gazzeta.gr ένα άρθρο για το πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να αλλάξουν οι ισορροπίες και να μπορέσει το κράτος να βάλει τάξη. Γράφει για τον ορισμό του τι σημαίνει πρόκληση, δηλαδή για την προκλητική συμπεριφορά του προέδρου της ΕΠΟ απέναντι στον υφυπουργό Αθλητισμού, με τον ορισμό διαιτητή στο προηγούμενο ντέρμπυ Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ.
Έχει ενδιαφέρον.
Ο Γκιρτζίκης τα έδειξε στον Κοντονή με τον ορισμό Δημητρόπουλου στο ντέρμπι
του Βασίλη Σαμπράκου
Είκοσι τρία χρόνια μετά την πρώτη μου μέρα στην αθλητική δημοσιογραφία και μετά από εκατομμύρια λέξεις που έχουν βγει από το στυλό, τη γραφομηχανή και τον πληκτρολόγιό μου, έπιανα τον εαυτό μου να συλλογίζεται αυτή την εποχή ότι δεν πρέπει να είναι ούτε καν δεκάδες οι φορές που ένας διαιτητής έγινε πρωταγωνιστής στον γραπτό ή τον προφορικό λόγο μου. Δεν είναι μόνο ότι τους αποστρεφόμουν διαχρονικά. Η αντίληψή μου ήταν ανέκαθεν διαφορετική από αυτή του μέσου αθλητικού δημοσιογράφου: στο μυαλό μου ήταν πάντοτε αυτοί με την λιγότερη ευθύνη για το χαμηλότατο επίπεδο της διαιτησίας στον αθλητισμό και πιο ειδικά στο ποδόσφαιρο. Και είχαν / έχουν την μικρότερη ευθύνη, κατ’ εμέ, για το γεγονός ότι ο μέσος Ελληνας τους αντιλαμβάνεται ως βουτηγμένους στη διαφθορά. Διότι ανέκαθεν σκεπτόμουν ότι η μεγαλύτερη ευθύνη για το κακό τους επίπεδο βάραινε αυτούς που τους επιλέγουν, τους επιμορφώνουν, τους εκπαιδεύουν και τους κρίνουν, δηλαδή την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία. Και ανέκαθεν πίστευα αυτό που πιστεύουμε οι περισσότεροι, ότι η ευθύνη για την διαφθορά στο ποδόσφαιρο βαραίνει αυτούς που –θα έπρεπε να– ελέγχουν τους διαιτητές, δηλαδή την ΕΠΟ και πιο ειδικά την Κεντρική Επιτροπή Διαιτησίας.
Προσέξτε, δεν εννοώ ότι δεν θα έπρεπε να ασχολείται η Δικαιοσύνη με τους διεφθαρμένους διαιτητές, ή τα στημένα παιχνίδια, ή γενικότερα την διαφθορά στο ποδόσφαιρο. Από τη Δικαιοσύνη όμως έχεις άλλη απαίτηση: να αποδώσει κοινωνική δικαιοσύνη και να τους τιμωρήσει. Την απαίτηση να εκδιωχθούν οι διεφθαρμένοι διαιτητές / παράγοντες / ποδοσφαιριστές / προπονητές από το ποδόσφαιρο την έχεις από το ίδιο το ποδόσφαιρο, πρώτα από το ίδιο το ποδόσφαιρο. Σε όλα τα μέρη του κόσμου.
Ο πρόλογος λειτουργεί ως εξήγηση προς όσους από εσάς εκπλήσσονται που με βλέπουν σήμερα να αναγκάζομαι να ασχοληθώ με τη διαιτησία, με αφορμή και αιτία τον ορισμό ενός διαιτητή σε ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι. Στην πραγματικότητα ούτε σε αυτό το κείμενο είναι πρωταγωνιστής ο διαιτητής, διότι, όπως εξήγησα παραπάνω, δεν είναι αυτός το πρόβλημα. Ο συμβολισμός της επιλογής του Αλέξανδρου Δημητρόπουλου για το Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ είναι το αντικείμενο του συλλογισμού μου. Το μήνυμα που επέλεξε να στείλει προς τον υφυπουργό Αθλητισμού ο πρόεδρος της ΕΠΟ. Το ότι επέλεξε να κατεβάσει τα παντελόνια του για να του τα δείξει. Διότι περί αυτού πρόκειται.
Στη διάρκεια των τελευταίων 50 ημερών ο Σταύρος Κοντονής έχει καλέσει δύο φορές στο γραφείο του τον Γιώργο Γκιρτζίκη με το ίδιο αντικείμενο: να τον εγκαλέσει για τον τρόπο που (δεν) αποδίδεται η δικαιοσύνη στο ποδόσφαιρο και να του εκφράσει την κυβερνητική δυσαρέσκεια για τις πράξεις και τις παραλείψεις των διαιτητών. Μετά από την δεύτερη συνάντησή τους, που έγινε πριν από εννέα μέρες, ο πρόεδρος της ΕΠΟ δήλωσε «Υπάρχουν προβλήματα με τους διαιτητές. Εμείς είμαστε και θα γίνουμε ακόμα πιο σκληροί με τους διαιτητές. Θέλουμε να σφυρίζουν ό,τι βλέπουν και να τα καταγράφουν, ακόμα και το παραμικρό.» Εννέα ημέρες μετά, η ΕΠΟ, η οποία έχει προειδοποιηθεί από τον υφυπουργό Αθλητισμού ότι αν συνεχίσει στον δρόμο που βαδίζει θα τον δει να διακόπτει τα πρωταθλήματα, επιλέγει σήμερα να ανακοινώσει ότι το Ολυμπιακός – ΠΑΟΚ, δηλαδή ένα ντέρμπι ανάμεσα σε δύο εκ των μεγαλύτερων συλλόγων της χώρας, με την κρισιμότητα και την απήχηση που έχει ένας αγώνας ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τον ΠΑΟΚ θα διευθύνει ένας διαιτητής στον οποίο έχει επιβληθεί απαγόρευση εξόδου από τη χώρα. Δηλαδή η ΚΕΔ της ΕΠΟ, η οποία ξέρει ότι ο υφυπουργός Αθλητισμού την παρατηρεί στενά, επιλέγει να βάλει σε ένα από τα πιο σημαντικά ποδοσφαιρικά παιχνίδια της χρονιάς έναν διαιτητή – κατηγορούμενο της ‘‘Εγκληματική Οργάνωση στο Ποδόσφαιρο’’ υπόθεσης που εκκρεμεί, έναν διαιτητή που είχε εμπλακεί και στην πρώτη υπόθεση στημένων αγώνων το 2011, έναν διαιτητή – πρωταγωνιστή σε ένα παιχνίδι επίδειξης ακαταλληλότητας διαιτητή, το Παναχαϊκή – Ολυμπιακός του 2012, όπου είχε προκαλέσει την δημόσια οργή με την απόδοσή του και είχε τότε αναγκάσει την ΚΕΔ να υποστηρίξει ότι θα τον διαγράψει, κάτι που φυσικά δεν συνέβη ποτέ.
Προτού αναρωτηθώ τι θα κάνει τώρα ο υφυπουργός Αθλητισμού, αναρωτιέμαι –με όση αφέλεια μπορώ να επιστρατεύσω– για ποιον λόγο το κάνει αυτό η ΚΕΔ. Προσπαθώ να καταλάβω γιατί προκαλεί τόσο πολύ. Προσπαθώ να συλλάβω το νόημα της προσβολής της δημοσίας αιδούς. Ψάχνω να βρω έναν καλό λόγο για να γίνει αυτή η επιλογή, ανάμεσα σε 26+ διαιτητές, για αυτό το παιχνίδι. Ποιο το κίνητρο του Γκιρτζίκη για να δηλητηριάσει αυτό το ντέρμπι; Γιατί να μην ψάξει να ορίσει τον διαιτητή με την καλύτερη φήμη, ή τουλάχιστον έναν διαιτητή που δεν έχει καμιά εμπλοκή και ανάμειξη με τις υποθέσεις που ερευνά η Δικαιοσύνη; Τον συμφέρει να δημιουργεί στον κόσμο αυτή, τη σημερινή, εντύπωση για τον τρόπο λειτουργίας της ΚΕΔ; Κι αν ναι, γιατί; Μόνο προκειμένου να επανεκλεγεί;
Στη θέση του Κοντονή θα έκανα το αυτονόητο: ακόμη μία έκκληση προς την UEFA και την FIFA για να ασχοληθούν με το ελληνικό πρόβλημα, με την ελπίδα ότι κάποιος θα αναγκαστεί να συγκινηθεί, ειδικά σε αυτή την περίοδο, η οποία είναι προεκλογική τόσο για την Ευρωπαϊκή όσο και για την Παγκόσμια Συνομοσπονδία. Δεν γίνεται να μένουν όλοι ασυγκίνητοι μπροστά στην ‘‘ρε σεις αυτοί εδώ ορίζουν σε ντέρμπι διαιτητές που δεν είναι διεθνείς και είναι κατηγορούμενοι για συμμετοχή σε στημένα παιχνίδια και σε εγκληματική οργάνωση που διαφθείρει το ποδόσφαιρο’’ επιστολή. Δεν γίνεται να μην αναγκαστούν να συγκινηθούν στην εποχή που προσπαθούν να πείσουν την παγκόσμια κοινή γνώμη ότι διακηρύσσουν την πάταξη της διαφθοράς στο ποδόσφαιρο προκειμένου να εκλεγούν. Δεν γίνεται να μείνουν ασυγκίνητοι αν ο υφυπουργός Αθλητισμού τα πει όλα αυτά σε μια συνέντευξη Τύπου με καλεσμένους τους ξένους ανταποκριτές και όλα τα μεγάλα media της Ευρώπης και του υπόλοιπου πλανήτη. Δεν γίνεται. Και σε κάθε περίπτωση αυτό δεν είναι που οφείλει να κάνει ένας Υπουργός προτού βάλει λουκέτο στα πρωταθλήματα και προκαλέσει τον διεθνή αποκλεισμό του ελληνικού ποδοσφαίρου; Να εξαντλήσει κάθε τρόπο και μέσο, και να πείσει τον Έλληνα ότι προτού φτάσει στο λουκέτο είχε προσπαθήσει να αναγκάσει το ποδόσφαιρο να αυτοκαθαριστεί;
Πέμπτη, 04 Φεβρουαρίου 2016
Πηγή: gazzeta.gr