«Τον έρωτα φαρμάκωσε η μιζέρια,
κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά.
Δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια
και έγιν’ η ζωή τόσο βαρειά.»
Περισσότερο από το πόσα χρήματα κατέχει ή κερδίζει κάποιος, αυτό που φανερώνει πιο πειστικά την σχέση που έχει μαζί τους είναι ο τρόπος που μιλά ή δεν μιλά για αυτά. Παρακάμπτοντας την προσπάθεια να περιγράψω διεξοδικά την κάθε είδους σχέση που μπορεί να αναπτύξει ο σύγχρονος άνθρωπος με το χρήμα, θα μπορούσα να πω ότι η βασική σχέση είναι είτε χρηστική είτε φετιχιστική. Είτε, δηλαδή, τα χρήματα τον βοηθούν – εμποδίζουν να υλοποιήσει τα όνειρά του είτε είναι τα ίδια τα χρήματα που ενσαρκώνουν – ακυρώνουν την ικανότητά του να ονειρεύεται.
Στους χαλεπούς καιρούς μας είναι συχνά δυσδιάκριτο να αντιληφθούμε πώς η οικονομική δυσπραγία επηρεάζει την ζωή και την ψυχή του καθένα. Συζητώντας όμως και παρακολουθώντας τους γύρω μας και τη συμπεριφορά τους (παράλληλα με τις δικές μας προσωπικές αντιδράσεις) αρχίζει να γίνεται σαφές ότι όποιος αισθάνεται την άνεση να εξωτερικεύσει την οικονομική του στενότητα και να τη μοιραστεί, πάσχει λιγότερο από υπαρξιακή ανασφάλεια και τα προβλήματά του είναι κυρίως λογιστικά, περιορίζονται στον τομέα των πρακτικών υποχρεώσεων – όσο δράμα κι αν μπορεί να κρύβεται μέσα στην ασθμαίνουσα καθημερινότητα. Εκεί όμως που ακούς για περηφάνια και πληγωμένη αξιοπρέπεια, εκεί που αποσιωπώνται τα αριθμητικά δεδομένα ως ταμπού, αντιλαμβάνεσαι ότι μαζί με τα χρήματα έχει χαθεί κάτι άυλο, βαθύτερο και πολυτιμότερο: η ίδια η Ταυτότητα του Προσώπου.
Είναι ακριβώς το σημείο όπου η ύφεση, η κρίση, η ανεργία, η ανέχεια αρχίζουν να δηλητηριάζουν την κοινωνία και τις ανθρώπινες σχέσεις. Το σημείο που η αγωνία εξεύρεσης πόρων γίνεται αγονία αυτοκαθορισμού. Που η στρεβλή εννόηση της αξιοπρέπειας ως εγωισμού σκάβει χαντάκια και υψώνει φράγματα ώστε να μονωθεί και να κρυφτεί ο πληγωμένος, μακριά από τα αδιάκριτα (μήπως όμως και λυτρωτικά;) βλέμματα των διπλανών του. Που η αυτολογοκρισία καταφέρνει να αναστυλώσει τα προσχήματα μιας αρρωστημένης εποχής η οποία έχει οριστικά παρέλθει και να κρύψει το κενό το οποίο έχει προκύψει απαιτητικό και κραυγαλέο στη θέση τους. Και το χειρότερο, πετυχαίνει να κατασιγάσει τη νέα πρόταση νοηματοδότησης της ζωής, που είναι μπρος στα μάτια μας και μας καλεί να αδράξουμε την ευκαιρία και να την υιοθετήσουμε. Μια πρόταση που οδηγεί στην σταδιακή αποτίναξη του ηθικού βάρους από την πλάτη των οικονομικά εξουθενωμένων ανθρώπων με την ομολογία, την άρνηση της ενοχής, το άνοιγμα του εαυτού, την αποδοχή της κοινότητας, το μοίρασμα της αδυναμίας και την ανακάλυψη μιας νέας δύναμης μέσα στην αλήθεια και την αλληλεγγύη.
Στο πνεύμα αυτό, του παραζαλισμένου με αριθμούς ανθρώπου και στο ύφος μιας εξομολόγησης που αφορά πολλούς, με το καλοκαίρι να φτάνει στο τέλος του εν μέσω απολογισμών και υπολογισμών και με το φθινόπωρο να περιμένει απειλητικό στη γωνία, οφείλω –ως πρόταση ζωής– μια μνεία σε όσους δεν είχαν τη δυνατότητα να πάνε διακοπές (και να επισκεφθούν και τον δικό μας μικρό παράδεισο), σε όσους ξενιτεύτηκαν σε νησιά και θέρετρα για τα μεροκάματα μιας ολόκληρης χρονιάς, σε όσους αποχωρίστηκαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα και ρίχτηκαν σαν καυσόξυλα στους λέβητες της τουριστικής βιομηχανίας. Και με αφορμή δυο θεατρικές παραστάσεις που παρακολούθησα σε κάποιο φιλόξενο κάμπινγκ της ελληνικής περιφέρειας, οφείλω ένα ευχαριστώ σε όλους τους καλλιτέχνες που γύρισαν την Ελλάδα στηρίζοντας τον κόσμο με την τέχνη τους χωρίς να κόβουν εισιτήρια, αλλά προτείνοντας στο τέλος το καπέλο τους προς το κοινό λέγοντας δίχως ψεύτικες ντροπές: «Βοηθήστε μας να ζήσουμε!».
Ένα «ανατρεπτικό» τραγούδι του Άκη Πάνου
Ένα λαϊκό τραγούδι πραγματικό αριστούργημα απ” τον αείμνηστο Άκη Πάνου. Το τραγούδι κυκλοφόρησε το 1967, για 15 μόλις μέρες, αφού η λογοκρισία της Χούντας το απαγόρευσε εξαιτίας των στίχων του, οι οποίοι ήταν λέει «κομμουνιστικοί» !!!!!!
Επανακυκλοφόρησε 3 χρόνια μετά, με άλλους «πολιτικά ορθούς» στίχους και με τη φωνή της Βίκυς Μοσχολιού και με αυτή την δεύτερη εκδοχή έγινε ευρέως γνωστό.
Όμως αυτή η πρώτη εκδοχή είναι αξεπέραστη και δυστυχώς στις μέρες που ζούμε και τραγικά επίκαιρη !!!!
Με το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, το 1967, η λογοκρισία σφίγγει τα λουριά. Οι συνθέτες είχαν την υποχρέωση πριν κυκλοφορήσουν ένα τραγούδι να υποβάλουν τους στίχους και την παρτιτούρα για έγκριση. Τραγούδια και στίχοι που είχαν αντιστασιακό χαρακτήρα ή χαρακτήρα διαμαρτυρίας δεν είχαν καμία τύχη για κυκλοφορία. Όσα περιέχουν «ακατάλληλες» λέξεις ή νοήματα, παλιά ή καινούρια, απαγορεύονται ή τροποποιούνται, όπως το τραγούδι του Άκη Πάνου με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση «Θα κλείσω τα μάτια, θ” απλώσω τα χέρια μακριά απ” τη φτώχεια, μακριά απ” τη μιζέρια» που γίνεται «Θα κλείσω τα μάτια, θ” απλώσω τα χέρια να “ρθουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια» και ηχογραφείται εκ νέου με τη Βίκυ Μοσχολιού!
Ενώ λοιπόν, ο Μπιθικώτσης τραγουδά: Τον έρωτα φαρμάκωσε η μιζέρια, κομμάτιασε η φτώχεια την καρδιά. Δεν ήρθανε για μας τα καλοκαίρια και έγιν” η ζωή τόσο βαρειά / Θα κλείσω τα μάτια, θ” απλώσω τα χέρια, μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ” τη μιζέρια. Θα πάρω τη στράτα και γω τη μεγάλη, θα κλείσω τα μάτια, και όπου με βγάλει / Που να βρεθεί ντροπή να με κρατήσει / Στη λάσπη και στην ξύλινη σκεπή / Τη φτώχεια που μας έχει γονατίσει, τη νιώθω μεγαλύτερη ντροπή/ θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει …
Το τραγούδι ενόχλησε και το 1970, όταν το ερμήνευσε η Βίκυ Μοσχολιού, ο Πάνου έβαλε ανώδυνες λέξεις.
«Σε πότισα το πιο γλυκό μου δάκρυ με πότισες τον πιο γλυκό καημό σε άγγιξα στου ονείρου μου την άκρη και στράγγιξα τον πρώτο στεναγμό /Θα κλείσω τα μάτια θ” απλώσεις τα χέρια να βρουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια / αγάπη μου πρώτη αγάπη μεγάλη θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει / Λαχτάρησα ζωή απ” τη ζωή σου λαχτάρησες το φως του αυγερινού / στα σύννεφα περπάτησα μαζί σου κι ανοίξανε οι πόρτες τ” ουρανού / Θα κλείσω τα μάτια θ” απλώσεις τα χέρια να βρουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια / αγάπη μου πρώτη αγάπη μεγάλη θα κλείσω τα μάτια κι όπου με βγάλει»…
Πηγή:http://www.kolivas.de/archives/90030
Κατερίνα σε παραπέμπω σε μια καλή ανάγνωση του μικρού βιβλίου με τίτλο:
»Κατασκευή υπηκόων», Πώς κατασκευάζεται μια γνώμη σ’ ένα κεφάλι
Ε. Α. Ράουτερ και μετάφραση: Δημοσθένης Κούρτοβικ
Το μόνο που δε διδάσκεται σε οποιοδήποτε ακαδημαϊκό ίδρυμα είναι η οικονομία κι ο πλήρης κύκλος της. Όμως επηρρεάζει αναντίρρητα κάθε πτυχή της ζωής μας (δυστυχώς) λόγω της στείρας μονεταριστικής και φτωχής υλικής κρατούσας κοσμοθεωρίας. Όταν όλοι λοιπόν είναι ‘δούλοι’ και το ακούν, το διαβάζουν (τους το διαβάζουν επίσης μόλις βγουν από την κοιλιά της μάνας και μόλις ξαναφυτευτούν στο μαρμάρινο μονοθέσιο), εύκολα το δέχονται και το αποδέχονται. Κι αν είσαι δούλος, δε διαφοροποιείται η θέση σου αν αυτό είναι το χρήμα, ο θεός ή το γκαζόν ή το τζόκερ.
Αν και δεν έχει πνευματικότητα το χρήμα, ο τρόπος να το έλξει κάποιος προϋποθέτει μια βαθμίδα της.