Pokémon Go:
Βία, επιθυμία και παγκοσμιοποίηση
των Αυγ. Ζενάκου & Χρ. Νάτση

αναδημοσίευση από το Unfollow

Facebooktwittergoogle_plusmailFacebooktwittergoogle_plusmailrssrss

Στις 12 του περασμένου Ιουλίου, τα ΜΜΕ και τα κοινωνικά δίκτυα κατακλύστηκαν από τις εικόνες ενός πλήθους που προσπαθούσε να ξεφύγει από την πορεία ενός φορτηγού. Οδηγός του ο Μοχάμεντ Μπουλέλ, ο οποίος το οδήγησε πάνω στο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στην Promenade des Anglais της Νίκαιας για να γιορτάσει την Ημέρα της Βαστίλης. Σκότωσε 84 ανθρώπους. Δύο μέρες αργότερα, στις 16 Ιουλίου, τα ΜΜΕ και τα κοινωνικά δίκτυα κατακλύστηκαν και πάλι από εικόνες πλήθους. Αυτή τη φορά, άνθρωποι συνέρρεαν στο Central Park της Νέας Υόρκης. Κυνηγούσαν να πιάσουν ένα σπάνιο Πόκεμον. Οι δύο εικόνες, παρά την ομοιογένεια που τους προσδίδει ίσως η ποιότητα των ερασιτεχνικών βίντεο -μια ενδιαφέρουσα επίπτωση της πρακτικής των ΜΜΕ να χρησιμοποιούν πλέον συχνότατα υλικό αυτόπτων προτού καταστεί διαθέσιμη η κρυστάλλινη ποιότητα του φωτορεπορτάζ-, είναι προφανώς πολύ διαφορετικές. Εντούτοις, μπορούν και πρέπει να διαβαστούν παραπληρωματικά: ως οι δύο πλευρές μιας ολοκλήρωσης της παγκοσμιοποίησης, ως δύο όψεις μιας βιοπολιτικής οργάνωσης.

nikaia-gallias-tromokratia-1

Τα Πόκεμον, για όσους δεν έχουν πληροφορηθεί σχετικά, είναι ιαπωνικής έμπνευσης φανταστικοί ήρωες – λογιών λογιών πλάσματα που πρωταγωνίστησαν σε βιντεοπαιχνίδια και κινούμενα σχέδια τη δεκαετία του 1990. Το νέο παιχνίδι Pokemon Go, που εμφανίστηκε προ εβδομάδων, είναι μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα, η οποία χρησιμοποιεί την τεχνολογία GPS (δηλαδή τη δυνατότητα, μέσω συστήματος δορυφόρων, να εντοπίζεται ένα συγκεκριμένο γεωγραφικό στίγμα ανά πάσα στιγμή) σε συνδυασμό με τους χάρτες της Google για να εμφανίζει Πόκεμον σε διάφορα σημεία. Οι παίκτες αναζητούν τα Πόκεμον στο χάρτη και ξεκινούν να πάνε να τα βρουν. Όταν η εφαρμογή τούς πει ότι βρήκαν ένα Πόκεμον, μπορούν μέσα από την κάμερα του κινητού τους να το δουν να φιγουράρει στο πραγματικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται – βλέπουν, λόγου χάρη, μέσα από την κάμερα τους, τη γωνιά του σπιτιού τους ή την Πλατεία Συντάγματος, μόνο που στο πεζοδρόμιο ή στο σιντριβάνι εμφανίζεται ένα Πόκεμον. Στη συνέχεια, οι παίκτες τα αιχμαλωτίζουν, τα εκπαιδεύουν κτλ.

To Pokemon Go, σύμφωνα με κάποια δημοσιεύματα, έχει ξεπεράσει σε διαδικτυακό ενδιαφέρον ακόμη και την πορνογραφία. Εκατομμύρια άνθρωποι το κατέβασαν στα τηλέφωνα τους και παίζουν από ενθουσιωδώς έως φανατικά. Η τεχνολογία του -«augmented reality» ή «επαυξημένη πραγματικότητα»-, που επιτρέπει να εμφανίζονται εικονικά στοιχεία ως μέρος της «πραγματικής» πραγματικότητας, χαιρετίζεται ως επίτευγμα που μοιάζει να ανοίγει νέους ορίζοντες προς εξερεύνηση. Και, κοντά σ’ αυτά, πληθαίνουν οι κριτικές για «ανθρώπους που αποβλακώνονται», αντί να γεύονται την «πραγματική ζωή».

Η συντηρητική κριτική που αντιδιαστέλλει την αποξένωση μιας υποτιθέμενης «κενής διασκέδασης» με μια φαντασιωτική προσήλωση σε ένα παρελθόν όπου οι άνθρωποι «ζούσαν πραγματικά» δεν μας ενδιαφέρει. Ούτε θέλουμε εδώ να επικεντρωθούμε σε κριτικές που έχουν να κάνουν με την πρακτική της συλλογής στοιχείων προτιμήσεων των παικτών – κάτι που, άλλωστε, αφορά συνολικά τις διαδικτυακές υπηρεσίες. Αυτό που, από την άλλη, βρίσκουμε εξόχως ενδιαφέρον είναι ότι σε ένα παιχνίδι όπου οι παίκτες αιχμαλωτίζουν διάφορα φανταστικά πλασματάκια αποτυπώνεται με πιο περίοπτο και ξεκάθαρο τρόπο μια ευρεία εικόνα αυτού που κάποτε ονομάστηκε «παγκόσμιο χωριό»: ο χαρτογραφημένος, δικτυωμένος κόσμος μας συσφίγγεται, ενοποιείται από πανταχού παρόντα φτερωτά, υδρόβια και ιπτάμενα καρτούν, που με πανομοιότυπες συμπεριφορές, από το Τόκυο ως τη Μινεάπολη κι από τη Μελβούρνη ως το Σαράγεβο, τα αναζητούμε και τα κυνηγάμε – μια παγκόσμια κοινότητα κυνηγών Πόκεμον, όπου απλώς και μόνο η ύπαρξη μας στον κάναβο αρκεί για την ένταξη μας. Αν λίγο κανείς πάρει απόσταση και αναστοχαστεί αυτή την εικόνα, θα ανακαλύψει ό,τι πιο κοντινό έχει μέχρι στιγμής εμφανιστεί ως αποτύπωση της υπόσχεσης πως είμαστε πλέον ίνας κόσμος. Η κίνηση μας στον κάναβο, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Άλφι Μπάουν στο Roar, δεν καταγράφεται απλώς αλλά προβλέπεται: πάμε εκεί όπου μας οδηγεί το μικρό αντικείμενο της επιθυμίας -ένα λακανικό objet petit a-, πάντοτε φευγαλέο, αφού πάντοτε υπάρχει ένα ακόμη που επιθυμούμε και κυνηγάμε να πιάσουμε. Ακόμη περισσότερο, ο κάναβος δεν είναι ένα εργαλείο που έρχεται να υποστηρίξει την επιθυμία μας, μια βοήθεια, ένα όπλο στο κυνήγι μας, αλλά η επιθυμία μας γεννιέται από αυτή καθαυτή την ένταξη μας, ο κάναβος δεν είναι το φόντο ή το σκηνικό της επιθυμίας μας, αλλά η προϋπόθεση της, η οριστική της συνθήκη. Αυτό, όμως, που έχει τεράστια σημασία, επίσης, είναι ότι το αντικείμενο αυτό δεν είναι ενιαίο μόνο στην αφαίρεση του, καθότι είναι προφανώς διαφορετικό για τον καθένα μας, αλλά για πρώτη φορά είναι ενιαίο και στη συγκεκριμένη του εκδήλωση: εμείς, εσείς, ο καθένας και η καθεμιά έχουμε το ίδιο αντικείμενο επιθυμίας.

pokemon-go-nick_statt-screenshots-1.0

Όποιος εδώ απορρίψει τη σημασία αυτής της εξέλιξης λέγοντας πως δεν είναι παρά ένα καρτούν, προσπερνά το σημαντικό: δεν υπάρχει καμία γειωμένη πολιτισμική συνδήλωση εδώ, η διαφοροποιητική λειτουργία που προκύπτει από το γεγονός ότι εγώ επιθυμώ αυτό κι εσύ εκείνο, εξαφανίζεται: δεν κινούμαστε απλώς όλοι σε έναν ενοποιητικό κάναβο που παράγει την επιθυμία μας, δεν κινούμαστε καν απλώς με τον ίδιο τρόπο, αλλά κινούμαστε με μια κεντρικά ρυθμισμένη ενιαία επιθυμία.

Και είναι από αυτή την οπτική της ένταξης στον κάναβο της ενιαίας επιθυμίας που πρέπει να δούμε, λόγου χάρη, την παρατήρηση πως σε έναν μαύρο στις ΗΠΑ το Pokemon Go μπορεί να του κοστίσει τη ζωή – διότι εύκολα θα τον περάσουν για διαρρήκτη, καθώς κυκλώνει δυο και τρεις φορές το ίδιο τετράγωνο κυνηγώντας Πόκεμον, και θα τον πυροβολήσουν. Η παρατήρηση αυτή -σε αντίθεση με απλά ευτράπελα, όπως οι παίκτες που μπήκαν σε ένα αστυνομικό τμήμα για να πιάσουν Πόκεμον ή απλά ατυχήματα, όπως αυτοί που παίζουν οδηγώντας και τρακάρουν- δείχνει ακριβώς το σημείο του ρήγματος: ο καθολικός κάναβος της ενιαίας επιθυμίας τέμνεται από τη μερικότητα της κοινωνικής συνθήκης του παίκτη, η κεντρική ανοικτότητα από μια διασπασμένη κλειστότητα, η βιοπολιτική της ένταξης από τη θανατοπολιτική της εξαίρεσης. Ίσως τίποτα δεν δηλώνει πιο γλαφυρά αυτή την τομή -περισσότερο κι από τα παιδάκια στη Συρία που φωτογραφήθηκαν με εικόνες Πόκεμον και την παραίνεση «έλα να με σώσεις» – από την προειδοποίηση που έκανε την εμφάνιση της στη Βοσνία, σύμφωνα με την οποία γίνεται έκκληση στους παίκτες Pokemon Go να προσέχουν τα ναρκοπέδια.

Κι εδώ ερχόμαστε πίσω στη Νίκαια της 12ης Ιουλίου: έχει διατυπωθεί η άποψη πως μια σειρά πρόσφατων γεγονότων -από τις επιθέσεις στο Ορλάντο και τη Γερμανία ως τα χτυπήματα στη Νίκαια και στις Βρυξέλλες, αλλά και από την άνοδο του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ ως το πραξικόπημα στην Τουρκία κι ακόμη και το Brexit- είναι εκφάνσεις αντίδρασης στη διάψευση των υποσχέσεων της παγκοσμιοποίησης: οι αποκλεισμένοι, οι αγανακτισμένοι, όσοι μένουν πίσω, καταφεύγουν στο περίκλειστο της «φυλής» για μία ακόμη φορά και χτυπούν εκδικητικά εναντίον της άλλης πλευράς, όσων έχουν ευνοηθεί, όσων ευημερούν, με στόχο όχι κάτι πολύ πιο συγκεκριμένο από το να «ταρακουνήσουν τα πράγματα». Μολονότι υπάρχει δόση αλήθειας σ’ αυτή την ερμηνεία, κινδυνεύει κανείς, αν την αποδεχτεί ολοκληρωτικά, να φιλοτεχνήσει μια εικόνα ενός απλοϊκά πολωμένου κόσμου, όπου από τη μία υπάρχει η ευημερούσα πλευρά της αλματωδώς εξελισσόμενης προόδου, όπου, παρεμπιπτόντως διάφοροι ευτυχισμένα αποβλακωμένοι τύποι κυνηγούν Πόκεμον στο Central Park, κι από την άλλη η απεγνωσμένη πλευρά των αποκλεισμένων από αυτή την ασταμάτητη εξέλιξη, στα προάστια του Παρισιού, στη Μέση Ανατολή, στην αποβιομηχανοποιημένη βόρεια Αγγλία, που επιστρέφουν φοβικά στις προπαγκοσμιοποιημένες κοινότητες τους είτε ψηφίζοντας να βγουν από την EE είτε διαπράττοντας μαζικές δολοφονίες.

Γαλλία-Νίκαια-735x400

Ίσως, λοιπόν, αντί να αντιληφθούμε τα πράγματα ως πολωμένα, μπορούμε να προσπαθήσουμε να τα δούμε ως μέρη ενός συνεχούς τοπίου, όπου τόσο η ένταξη στον παγκόσμιο κάναβο όσο και τα ρήγματα που τη διαπερνούν είναι στοιχεία της μιας και της αυτής ιστορικής στιγμής. Μιας ιστορικής στιγμής που για να την αντιληφθούμε θα ήταν ίσως χρήσιμο να την αντιπαραβάλουμε με τη θεμελιακή για τη νεωτερική πολιτική σκέψη θέση του χώρου ως πεδίου προς επέκταση. Μ’ άλλα λόγια, η τυπική φιλελεύθερη πίστη της προτεραιότητας του εμπορίου επί του πόλεμου εδράζεται στην αντίληψη του παγκόσμιου χώρου ως μιας αγοράς προς επέκταση, μιας αγοράς που, καθώς προελαύνει, ομογενοποιεί τις επικράτειες και φέρνει την ειρήνευση και την ελευθερία. Και είναι κρίσιμο εδώ το γεγονός ότι ακόμη και η κριτική αυτής της θέσης δεν διαφοροποιείται ως προς τον τρόπο αντίληψης του χώρου, αλλά απλώς αντιστρέφει τα πρόσημα: στην ειρηνική επέκταση της κεφαλαιοκρατίας βλέπει την ιμπεριαλιστική προέλαση που διαφοροποιεί το χώρο σε εντός και εκτός: εντός η ομαλή ζωή της Αυτοκρατορίας, εκτός το χάος των αποικιοκρατούμενων πληθυσμών. Για να αντιληφθούμε ίσως καλύτερα αυτή την ιδέα του χώρου, ας θυμηθούμε την Πανούκλα του Αλμπέρ Καμύ. Το μεγάλο πλήγμα από την εμφάνιση της επιδημίας έγκειται στο ότι οδηγεί στο «κλείσιμο», στην περίκλειστη αποκοπή από την οικουμενικότητα της ανταλλαγής. Ο αναγκαστικός εγκλεισμός του πληθυσμού, η παύση της κανονικότητας ως τυπικής ζωής ανταλλακτικής οικονομίας -δουλειά, κατανάλωση, ανάπαυση-, οδηγεί εντέλει και στην κατάρρευση της προσωπικότητας των κατοίκων. Το στερεότυπο του ολοκληρωτισμού ως κλειστού συστήματος απέναντι στην ανοικτότητα της ελεύθερης κοινωνίας: το να μπορείς να βγεις, το να ατενίζεις το έξω ως χώρο επέκτασης της ελευθερίας.

Τα βίαια γεγονότα που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια προβληματοποιούν ριζικά αυτή ακριβώς την αντίληψη της χωρικότητας. Η τοποθέτηση του δυτικού υποκειμένου μπροστά στο ενδεχόμενο του βίαιου θανάτου εντός του πεδίου της καθημερινότητας του, η επαναφορά δηλαδή της ρουτινοποίησης του φόβου στη Δύση, συνιστά την πραγματική ολοκλήρωση, της παγκοσμιοποίησης. Αντί η ολοκλήρωση να εκτυλίσσεται ως παραδείσια ομογενοποίηση, αποτελεί την ίδια τη συμπερίληψη της Δύσης στο πολεμικό σκηνικό όπου επί αιώνες μεγαλουργούσε: η παγκόσμια σφαίρα δεν μετατρέπεται απλώς σε ένα γιγάντιο mall, αλλά σε ένα mall όπου ο θάνατος καραδοκεί ανά πάσα στιγμή με τη μορφή ενός οποιουδήποτε μαζικού δολοφόνου. Το έξω και το μέσα παύουν να έχουν νόημα στη διάζευξη τους, καθώς η αλληλοπεριχώρησή τους αναδεικνύει τις αντιφάσεις του χώρου σε ταυτοχρονία, αντιφάσεις που μετατρέπονται για το δυτικό υποκείμενο αίφνης από αντικείμενο στοχασμού σε ζώσα πραγματικότητα.

Παράλληλα, η εμπειρία του Pokemon Go αναδεικνύει την ίδια προβληματοποίηση στο πεδίο του «ελεύθερου χρόνου»: η διάκριση εικονικού και πραγματικού σπάει, όπως και η διάκριση παιχνιδιού σε οθόνη και παιχνιδιού στο δρόμο, διαρρηγνύεται η ίδια εντέλει η πρόσληψη της χωρικότητας. Η παραδοχή ενός παιχνιδιού πως αποτελεί διακοπή μιας πραγματικής ενασχόλησης χάριν παιδιάς μετατρέπεται στην αποκάλυψη ότι οι δύο χώροι είναι πλέον συνεχείς. Παίζω καθώς πηγαίνω στη δουλειά μου ή καθώς πηγαίνω το σκύλο βόλτα, αλλά όχι ως διακοπή της επαφής με το περιβάλλον της δραστηριότητας μου: η έννοια ενός χώρου στην καθημερινότητα αποκομμένου από τη ροή των συμβάσεων της -όπως θα ίσχυε σε ένα άλλο παιχνίδι- ανακατασκευάζεται ως αδιάκοπη από τον υπόλοιπο χώρο, ως συνεχής ροή του ελεύθερου με τον μη ελεύθερο χρόνο και ως ομογενοποίηση των δραστηριοτήτων.

Το γεγονός ότι η τεχνολογία -ο αυτόπτης με την κάμερα του κινητού που καταγράφει την επίθεση, ο παίκτης Pokemon Go- αποτελεί τον κόμβο μέσω του οποίου τόσο η μαζική δολοφονία όσο και το παιχνίδι ριζοσπαστικοποιούν τη χωρικότητα είναι αυτοτελώς ενδιαφέρον: πέρα από το να αποτελεί ένα εργαλείο προς χρήση, όπως οι κλασικιστικές αναγωγικές θεωρίες θέλουν, και πέρα από να το αποτελεί ένα αυτόνομο σύμπαν εξέλιξης, η τεχνολογία εμφανίζεται εδώ ως η συγκεκριμένη τροπικότητα στην οποία ο ιδιόρρυθμος καπιταλισμός εμφανίζεται ως παγκοσμιοποιημένος.

pokemongo_crime

Ας επανέλθουμε στις δύο αρχικές εικόνες. Αφαιρώντας από τη θεαματική απεικόνιση τη γνώση ότι αποτελούν πραγματικά γεγονότα, οι δύο αναπαραστάσεις θα μπορούσαν κάλλιστα να γίνουν αντιληπτές ως διαφορετικές προσομοιώσεις του ίδιου παιχνιδιού: ο θάνατος ως μαζική ροή μεγαμπάιτ στο κινητό κάποιου παίκτη, η καθοδήγηση χιλιάδων υποκειμένων σαν να είναι αυτοί τα παιχνίδια. Παρόμοιες αναπαραστάσεις στην ιστορική συγκυρία της ομογενοποίησης του χώρου δεν θα πρέπει να μας κάνουν να εκπλαγούμε – αν, λόγου χάρη, στο προσεχές μέλλον η επέλαση του θανάτου και η επέλαση των Πόκεμον συμπέσουν. Θα πρέπει να φανταστούμε τον τρομοκράτη ως Πόκεμον και τα Πόκεμον ως τρομοκράτες. Αυτή ακριβώς η εναλλαξιμότητα είναι που ορίζει τη διπλή όψη της παγκοσμιοποίησης: ως ομογενούς χώρου διασκέδασης και τρόμου ταυτόχρονα. Ένα συνεχές της εμπειρίας όπου η μετάπτωση από το ένα στο άλλο θα αρχίσει να γίνεται όλο και πιο φυσική, όλο και λιγότερο προβληματική στον τρόπο της βίωσης της. Και θα συναρτάται, πιστεύουμε, με μια όλο και πιο βαθιά αποπολιτικοποίηση της δημόσιας ζωής. Μεταξύ του Πίκατσου και του δολοφόνου, το κοινοβούλιο θα γίνεται ένα ακόμα τμήμα αυτού του ομογενοποιημένου χώρου, κατάλληλο όχι για την εκπροσώπηση σου ως πολίτη αλλά για να πιάσεις ένα Πόκεμον ή να πεθάνεις. Βιοπολιτική και θανατοπολιτική στο απόγειο τους, με το υποκείμενο πλήρως μεταλλαγμένο σε σώμα που εγγράφεται στο κοινωνικό ως σωρός: πτώμα για τον δολοφόνο και σύνολο απλώς αισθητηριακών αντιδράσεων για την οργάνωση του παιχνιδιού.

Facebooktwittergoogle_plusmailFacebooktwittergoogle_plusmailrssrss

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *