ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΥΣΗ
Συνέντευξη: Ηλέκτρα Αλεξανδροπούλου, Αλίκη Κοσυφολόγου (Αθήνα)
Σενάριο – Εικονογράφηση: Δήμητρα Αδαμοπούλου
Δύο παιδιά από το Αφγανιστάν, o Σαΐντ και ο Αλαμντάρ˙ αυτοί είναι οι πρωταγωνιστές της τρίτης ιστορίας του βιβλίου «Το πιο κρύο καλοκαίρι».
Για τα παιδιά από το Αφγανιστάν η Ελλάδα δεν υπάρχει. Υπάρχουν η Γερμανία και η υπόλοιπη Βόρεια Ευρώπη, ούτε καν η Κεντρική. Εκεί είναι η ζωή που θέλουν να ζήσουν. Εκεί πάνε, εκεί θέλουν να φτάσουν.
Ειρωνεία, η χώρα που για αυτούς δεν υπάρχει είναι και η μόνη χώρα που τους καλωσορίζει! Ο φόβος των Ταλιμπάν και η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον, για μια καλύτερη ζωή με περισσότερες ευκαιρίες, τους δίνει τη δύναμη για το ταξείδι. Ποιος μπορεί να τους στερήσει το δικαίωμα στο όνειρο;
Γνωριζόμαστε από παιδιά. Μεγαλώσαμε μαζί στην Γκαζνί, μια από τις σημαντικότερες πόλεις του Αφγανιστάν. Παίζαμε όλοι μαζί ποδόσφαιρο. Ζούσαμε φτωχικά, αλλά ήμασταν χαρούμενοι.
Σχολείο δεν πήγαν, αφού χρήματα δεν υπήρχαν. Μάθαιναν όμως αγγλικά μέσα από τις ταινίες στην τηλεόραση! Το μεγάλο ταξείδι ξεκίνησε από το Πακιστάν. Ένα σακίδιο με λίγα τρόφιμα κι ένα αγαπημένο ενθύμιο πήραν μαζί τους για φτάσουν στον πρώτο σταθμό: στην Τουρκία, τη χώρα που νόμος είναι οι διακινητές. Ενάμιση μήνα περπατούσαν μέχρι να φτάσουν στα παράλια. Και μετά ο φόβος της θάλασσας. Φόβος από αυτά που βλέπουν κι ακούν για το ταξείδι. Κι όταν πια φτάνουν στον προορισμό τους; Πάλι φόβος και μοναξιά.
Ο Σαΐντ ζει τώρα σε ένα Κέντρο Φιλοξενίας στη Φραγκφούρτη. Μαθαίνει γερμανικά και με τα 15 Ευρώ την εβδομάδα αγοράζει ώρες στο ίντερνετ.
Περπατώντας στους δρόμους μιας ξένης χώρας θυμάμαι τα παιχνίδια που κάναμε μικροί με εκείνη τη μπάλα από κουρέλια, και νιώθω για λίγα δευτερόλεπτα κάπως πιο ζεστά. Φωτογραφίζω τα πάντα και τα ποστάρω, για να θυμίζω στον εαυτό μου πως έφτασα και πως τα κατάφερα.
Ο Αλαμντάρ όμως δεν έχει δώσει σημεία ζωής από τον δικό του τόπο προορισμού, τη Νορβηγία. Αν και δεν πέρασε πολύς καιρός από το ταξείδι των δικών μας ηρώων, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική. Χιλιάδες άνθρωποι εγκλωβίστηκαν ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ επειδή δεν τους θέλει Η ΓΗ ΤΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΣ.
Σήμερα ξεκινάει η Σύνοδος Κορυφής Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας για το προσφυγικό. Οι ελπίδες να βγει κάτι ουσιαστικό μικρές έως ανύπαρκτες. Αυστρία και Ουγγαρία θυμήθηκαν τους παλιούς ‘‘καλούς καιρούς’’ της Αυτοκρατορίας. Η Σερβία ξέχασε τους βομβαρδισμούς της. Η Αλβανία δεν υψώνει φράχτες, απλώς έχει κλειστά σύνορα για τους πρόσφυγες. Η Βουλγαρία με μια ‘‘γενναιόδωρη’’ κίνηση … μας δανείζει, αν θέλουμε, συνοριοφύλακες. Η ΠΓΔΜ εκτελεί διαταγές υψώνοντας διπλούς κι ίσως τριπλούς φράχτες. Η σύμμαχος-Μέρκελ κούνησε το δάχτυλο υπενθυμίζοντάς μας πως δεν πρέπει να ξεχνάμε τις υποχρεώσεις μας.
Κι εμείς; Εμείς, κατακλύσαμε την πλατεία Συντάγματος με απαραίτητα είδη για τους πρόσφυγες. Μπορεί το κράτος να αποδείχθηκε όπως πάντα … απροετοίμαστο, η ελληνική κοινωνία όμως έχει προλάβει μέσα στα χρόνια της κρίσης να αναπτύξει δομές αλληλεγγύης και να προσφέρει σημαντικό έργο. Πολλοί άνοιξαν τα σπίτια τους, βγήκαν στο δρόμο να δώσουν ένα ποτήρι νερό, να πουν μια κουβέντα υποστήριξης.
Όχι όλοι. Μέσα σε αυτό το Εμείς είναι κι όσοι έκαψαν το σχολείο στο Καστελόριζο, όσοι όργωσαν τα χωράφια τους στο προσφυγικό χωριό Άθυρα (Μπόζετς) για να μην έχουν πρόσβαση οι τωρινοί πρόσφυγες, είναι κι ο γείτονας στο μπακάλικο του χωριού, που με αποπήρε: «Αυτό μάς έλειπε, να μας έρθουν εδώ οι μουσουλμάνοι».
Για όλους αυτούς που δεν έχουν μνήμη, που υποκριτικά καμώνονται τους χριστιανούς, θα ξαναδιαβάσω και θα ξαναπώ όσες φορές χρειαστεί:
Ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με,
ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με… (Ματθ. 25, 43).