(Το πρώτο μέρος εδώ)
Το ήξερα και από άλλα περιστατικά στο παρελθόν. Όταν πιεστείς στη συμπεριφορά σου για να μην πληγώσεις κάποιον, στο τέλος θα τον πληγώσεις πολύ περισσότερο από όσο αν δεν τον είχες προστατεύσει καν. Η καημενούλα είχε μείνει με ανοιχτό το στόμα. Βαθιά πίσω από τα ξαφνιασμένα μάτια της, κρυβόταν ντροπιασμένο ένα αληθινό παράπονο. Γιατί με τα λόγια μου αυτά και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, είχα μηδενίσει ό,τι είχε καταφέρει να στήσει με τα πενιχρά πνευματικά της μέσα για μπούσουλά της στη ζωή. Ένιωσα πραγματικά, σαν να είχα γκρεμίσει εκκλησία. Για αυτό και έσπευσα να διορθώσω ό,τι μπορούσε ένα σωθεί, πριν την κυριεύσει η αίσθηση πως σκοπός μου ήταν να μηδενίσω σαν πρόσωπο και την ίδια. Βάλθηκα λοιπόν με υπομονή να εξηγώ και να διασκεδάζω την αρχική μου αιχμηρή διατύπωση, που –διάολε!- ήταν πράγματι σαν να την είχε ξεστομίσει ο άλλος!
«Μα δε βλέπεις, ρε μωρό μου, τι κάνουν; Παίζουν με τις λέξεις, λένε ασάφειες και καλύπτουν περίτεχνα μια τεράστια γκάμα καταστάσεων και συναισθηματικών συνθηκών.» Της εξηγούσα στα πιο απλά λόγια που θα μπορούσα. «Τέτοιες αρλούμπες», της είπα για να το ελαφρύνω περισσότερο, «έχω να ακούσω από τον καιρό που ήμουν μαθητής και μας ερμήνευε η φιλόλογος στο σχολείο λογοτεχνία.» Και ξεκίνησα, με διάθεση να κάνω και λίγο τον κλόουν, την αναπαράσταση. Τράβηξα από το κομοδίνο μου, το πρώτο αφημένο βιβλίο που βρήκα. Και πώς έτυχε έτσι, ήταν Τα Ρω του Έρωτα, του Ελύτη.
«Έλα, λοιπόν, πες ένα νούμερο», της είπα εννοώντας να διαλέξει ένα ποίημα. Και εκείνη μου απάντησε «το δεκατρία, το τυχερό μου». Μπήκα λοιπόν κι εγώ ακόμα πιο αποφασισμένος στο κόλπο και έφτασα μετρώντας ως το δέκατο τρίτο ποίημα της συλλογής.
«Να λοιπόν. Άκου με προσοχή τι λέει εδώ:
«Γράμμα τέτοιο δε λαβαίνεις
άδικα μην περιμένεις.»
Χμ… Μιλάει ξεκάθαρα για μια μεγάλη λαχτάρα που κουβαλάς μέσα σου και πως αυτή δεν πρόκειται να ευοδωθεί. Λέγοντας «γράμμα» μπορεί να σημαίνει κάτι που είναι γραμμένο, αλλά και οποιαδήποτε δήλωση προφορική, κάποια είδηση, μαντάτο από ξεχωριστό αποστολέα. Αυτός ο αποστολέας είναι πολύ σημαντικός για σένα, ίσως είναι πρόσωπο, ίσως είναι μια υπηρεσία, ίσως η εργασία σου… Πάντως δεν θα ευοδωθεί έτσι όπως το φαντάζεσαι και το εύχεσαι. Θα υπάρξει μια εναλλακτική εξέλιξη, που ενδεχομένως δεν σε ικανοποιήσει, αλλά θα εξαρτηθεί από εσένα αν θα μείνεις προσκολλημένη σε αυτήν «άδικα», ή θα αποφασίσεις να προχωρήσεις στη ζωή σου. Και όπως μπορώ να δω, λέξεις-κλειδιά για την υπόθεσή σου είναι τα περιστέρια, το φεγγάρι και ο ουρανός, που συμβολίζουν το άπιαστο.»
Τα είχα δώσει πραγματικά όλα στην προσπάθειά μου να μιμηθώ τον ψευδοεπιστημονικό και τόσο ασαφή λόγο των βλαμμένων που βλέπαμε στην τηλεόραση, που τελειώνοντας γύρισα γελώντας προς το μέρος της περιμένοντας να τη δω να ξεκαρδίζεται. Προς θλιβερή μου έκπληξη όμως, την είδα βουρκωμένη να τρέμει με τα χείλια σφιγμένα. Δευτερόλεπτα μετά είχε ξεσπάσει σε λυγμούς και μικρά αδύναμα χτυπήματα απελπισίας πάνω στο στήθος μου, καθώς, όπως έλεγε, το είχε καταλάβει πως η σχέση μας δεν θα προχωρούσε περισσότερο, ότι ποτέ δε θα τη ζητούσα τελικά σε γάμο και πως ήταν πολύ σκληρό να το μαθαίνει με αυτόν τον τρόπο.
«Όχι, όχι!» προσπάθησα να πω, δεν ήταν αυτό. Αλλά και αυτό ήταν συνάμα. Δεν το εννοούσα έτσι, αλλά έτσι θα γινόταν. Τι στο καλό; Είχα προβλέψει το ίδιο μου το μέλλον ανίσχυρος να το διαψεύσω; Α, σκέφτηκα. Δε θα με τρελάνεις εσύ. «Μην παίρνεις το καθετί τοις μετρητοίς, καλέ. Ήταν άστοχο το παράδειγμα, πες μου ένα άλλο, σε παρακαλώ». «Ναι καλά, επίτηδες το κάνεις» να μου λέει εκείνη και διάφορα τέτοια απαρηγόρητα. «Σε παρακαλώ» επέμενα, «πες ένα άλλο για να σε κάνω να πειστείς. Όχι το τυχερό σου, πες μου το άτυχό σου αυτή τη φορά». «Το δύο», μου είπε, και κατάλαβα ότι μέσα σε πέντε λεπτά είχα μάθει περισσότερα για εκείνη από ό,τι όλον τον καιρό που ήμαστε μαζί.
Το δεύτερο ποιηματάκι της συλλογής, ξεκινούσε με τους παρακάτω στίχους:
«Τον Μάρτη περικάλεσα
Και τον μικρό Νοέμβρη
Τον Αύγουστο τον φεγγερό
Κακό να μη μας έβρει.«
Άρχισα ξανά να αραδιάζω ό,τι μου κατέβαινε στο κεφάλι. Μάντεψε ποιος μήνας λείπει, ποιο νάναι το κακό και ποιοι εμείς που θα μας έβρει, τι χωράει ανάμεσα σε Νοέμβρη και σε Μάρτη, προφανώς, όπως έστρωσες θα κοιμηθείς και φυσικά το κακό δε θα μας έβρει, γιατί εμείς θα το κάνουμε καλό –στο χέρι μας είναι. Το νου σου στο Γενάρη, πάντως, που είναι λιγότερο φεγγερός και δε δέχεται και πολλά παρακάλια, κλπ. Ό,τι και να έλεγα, κάπου έβρισκε να το χώσει ανάμεσα σε μια πραγματικότητα της ζωής της. Στις διακοπές που πήγαμε το καλοκαίρι, στις διακοπές που θα πηγαίναμε το Πάσχα, στη μάνα της που είχε γενέθλια το Μάρτη, και γιατί το λέω αυτό για τον Γενάρη. Μήπως αν έμενε έγκυος Νοέμβρη, θα γεννούσε ένα μικρό τον Αύγουστο;
«Ω! κανείς δεν ξέρει», της είπα για να λήξει κάπου το βασανιστήριο. Προς ώρας μού αρκούσε που είχε σταματήσει να κλαίει. Αυτό, όμως, που θα ακολουθούσε την πλάκα εκείνης της νύχτας δεν θα μπορούσα ποτέ να το έχω προβλέψει, ούτε πολύ αργότερα, όταν μετρούσα πια χρόνια εμπειρίας στο επάγγελμα. Όσο καιρό μείναμε μαζί, η ποιηματομαντεία εξελίχθηκε σε τακτική μας ασχολία. Ενώ θα μπορούσα να το είχα ξεκόψει εγώ ο ίδιος που το ξεκίνησα, αφού καθόλου δεν πίστευα –ούτε και τώρα πιστεύω- σε μεταφυσικές δυνάμεις, μου στάθηκε αδύνατο να παραιτηθώ από τον εθισμό σε μια τέτοια παράδοξη άσκηση του λόγου, που στο κάτω κάτω, είχε καταφέρει να μας φέρει λίγο πιο κοντά.
Σχεδόν κάθε βράδυ μου ζητούσε να της «πω το ποίημα». Άνοιγα τότε εγώ το βιβλιαράκι και ξεκινούσα τις ιστορίες. Έτσι, όπως σε όλες τις τέχνες πρέπει πρώτα να μαθητεύσεις για καιρό χωρίς να εξαργυρώνεται ο κόπος σου , δίπλα στην φίλη μου, καλλιέργησα σταδιακά μια ολότελα προσωπική μέθοδο παραμυθιάσματος και ξεχειλώματος του νοήματος, στοχεύοντας συγχρόνως στο συγκεκριμένο. Γιατί, η ψυχή εκείνη που θα απευθυνθεί στον μάντη για να λύσει τα προβλήματά της, σπανίως περιμένει να διαψευσθεί η δική της υποψία. Στόχος πάντα είναι να ανακαλύπτεις αυτό ακριβώς που θέλει να ακούσει ο καταφυγών σε σένα, να το κάνεις να μοιάζει με πρόβλεψη προσθαφαιρώντας αμελητέες βεβαιότητες και ασφαλείς αμφιβολίες, ώστε να φύγει ικανοποιημένος έχοντας γραμμένη τη συνταγή για την θεραπεία του. Και το κυριότερο, να πείσεις πως η ολότελα προβλέψιμη ζωή του, είναι εξαιρετικώς απρόβλεπτη. Ακόμα και για σένα που «το έχεις».
Τα μικρά, χαριτωμένα ποιήματα της συλλογής, είχαν διαβαστεί και ξαναδιαβαστεί -ταλαιπωρημένα παλίμψηστα- σαν πάνσοφα ξόρκια. Κάθε στροφούλα είχε διαθλασθεί σε δεκάδες ερμηνειών, που με το ζόρι θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει την αρχική τους σύνδεση, και ωστόσο γεννημένων αποκλειστικά από τις ίδιες είκοσι ή τριάντα λέξεις. Είχαν μεταμορφωθεί σε κανονικές γλωσσικές κάρτες ταρώ, με την αρχέτυπη αξία τους και την ακαταμάχητα επιδραστική τους δύναμη πάνω στο νου.
Καθώς περνούσε ο καιρός, όλο και λιγότερο σκεφτόμουν πως θα ήταν ντροπή κάποια στιγμή, να βγάλω χρήματα από αυτό. Εξάλλου, ήδη από την αρχή το είχα δει καθαρά ως λειτούργημα. Τι περισσότερο προσφέρει δηλαδή ένας ψυχολόγος, ή ένας personal trainer, ένας δικηγόρος, ακόμα και ένας λογιστής, εκτός από ένα διαφορετικά σερβιρισμένο, για κάθε περίπτωση, ντάντεμα;
Αυτή την ιδέα, που την είχα εμπνευστεί και υλοποιήσει ολότελα μόνος μου, δεν θα την άφηνα στην τύχη της, όπως είχα κάνει με πολλές άλλες στο παρελθόν. Θα ακολουθούσα την αντιπαθητική λογική του γκρινιάρη φίλου μου, χωρίς φυσικά να του έχω αποκαλύψει λέξη για το τι σκόπευα να κάνω –την είχα σίγουρη, βλέπεις, την καζούρα- και θα κατέφευγα για πρώτη μου φορά σε γραφείο Business Coaching…
ΟΚ, αναμενόμενη εξέλιξη, αλλά εφόσον διαβάζεται και ξεχνάς οτι το περιμένεις είναι αριστοτεχνικό, μπράβο Κατριν!
Με συγχωρείτε, αλλά είμαι μοναχογιός.
Εσυ τωρα κάπου το πάς… αλλά πού το πας… πού το πας…..
για περαιτέρω απορίες, οι υπηρεσίες μας στη διάθεσή σας: καλέστε στο 0089 66520, (χρέωση 1,23€/1′)