Περίληψη προηγουμένων:
Μεσοδημότης ήρωας στα ύψη που γυρίζω
με το σεβντά σου αγάπη μου στέκω και ντουχιουντίζω
Να σε ‘βρισκα στον Καραβά μια μέρα που να βρέχει
και να’ ναι ο τόπος άβολος καθρέφτη να μην έχει
Να μη μπορείς να θυμηθείς να μη μπορεί αποσκιάσεις
Να βάλεις γιου ες μπί στο Μι και να καλό περάσεις.
Να ακούγεται μια μουσική να ρίχνει κουκοσάλι
και να πιαστεί το χέρι μου στην εδική σου αγκάλη
Να φάω το παξιμαδι μου να σε σφιχταγκαλιάσω
την αναπνιά σου να γροικώ τη μέση σου να ψάξω
Να περιμένω το κλιν άπ στσι μνήμης σου τσι ρύπους
να σεβαστώ και να γροικώ τσι μάδερμπορντ τσι χτύπους
Να λέω σούπερ Κάθυ μου, ποτέ να μη σε χάσω
Κι ας χάσω τις δυνάμεις μου κι ας μην ξαναπετάξω.
Να κάνουμε πολλά παιδιά εδάαα στο Καλακάθι
ποιος βρίχνει τέτοιο θησαυρό και θέλει να τον χάθει…
Μετά τα κοσμογονικά γεγονότα του περασμένου επεισοδίου έχουμε γίνει λίγο σοφότεροι, σωστά; Για να ξαναδούμε λίγο τι έχει συμβεί με ψυχραιμία αν είναι δυνατόν:
Τα Κύθηρα μετά από ισχυρό τεκτονικό σεισμό με μοναδικό θύμα τη πλατεία των Μητάτων και τη διακοπή της ειρηνευτικής διάσκεψης των τριων ανεξαρτήτων Κυθηραϊκών κρατών φαίνεται να έχουν αποκολληθεί από τη βάση τους και πλέουν ολοταχώς προς την Αφρική. Η πορεία τους ανακόπτεται το ίδιο ξαφνικά όπως άρχισε καθώς το νησί στρίβει απότομα προς τα δυτικά λίγο πριν συγκρουσθεί με τις νησίδες Χύτρα και Χύτρα 2, 3 και 4 προς μεγάλη ανακούφιση του Μπάμπη του ψαρά που δεν γίνεται χαλκομανία επάνω στον μεγάλο γερανό του υπό κατασκευήν ιχθυηλεκτρικού εργοστασίου και προς ακόμη μεγαλύτερη ανακούφιση του Δημάρχου που τα μεγάλα έργα του δεν καταστρέφονται σε ναυτικό ατύχημα. Κάτι περισσότερο για το θέμα φαίνεται να γνωρίζει η διαβόητη Φιφίκα, ηγετική φυσιογνωμία στη κοινότητα των αιλουροειδών του νησιού και καταζητούμενη υπ’ αριθμόν 1 από τις μυστικές υπηρεσίες όλου του πλανήτη. Παρ’όλα αυτά ακόμη και ο δαιμόνιος ρεπόρτερ Μάνος Κασιμάτης που είχε παρεισφρήσει στη μυστική συγκέντρωση των γάτων στο μεγάλο πλάτανο της πλατείας των Κασιματιάνικων δεν κατάλαβε και πολλά πέραν του ότι κάποια άγκυρα έσπασε και πως τώρα το νησί περιστρέφεται έχοντας σαν άξονα περιστροφής μια δεύτερη άγκυρα η οποία είναι ποντισμένη κάπου έξω από τον Λημνιώνα. Το ακατανόητο είναι πως η Φιφίκα αναφέρεται στο νησί σαν «σκάφος» και πως μιλούσε για κάποια επιστροφή στο «σπίτι». Ποιό σκάφος; Ποιό σπίτι; Τι εννοεί;
…………………………………………………..
Αυτά αναρωτιόταν ο πιστός στρατιώτης της δημοσιογραφίας και της αλήθειας ενώ αποχωρούσε διακρικτικά από τη συγκέντρωση την οποία είχε παρακολουθήσει κρυφά μεταμφιεσμένος σε γάτα Αγκύρας. Την ώρα που ετοιμαζόταν να στρίψει στη γωνία και να κατηφορίσει προς τα γραφεία της «Φωνής του Μέσα Δήμου» έγινε αυτό που έτρεμε:
«Έπ!!! Που πας εσύ;»
«Εγώ;» νιαούρισε ο Μάνος.
«Ναι εσύ. Για έλα πιό κοντά να σε δω» ακούστηκε η ασυνήθιστα μεταλλική φωνή του Χνούδη, του πρωτοπαλλήκαρου της Φιφίκας.
Ο Μάνος προσπάθησε να κρυφτεί στις σκιές όμως ετοιμάστηκε για τα χειρότερα. Με την άκρη του ματιού του έψαξε να βρεί μια δίοδο διαφυγής, αλλά το μόνο που κατάφερε να ξεχωρίσει ήταν ένα τρίκυκλο μάρκας «Μινώταυρος» που ήταν παρκαρισμένο εκεί δίπλα μέ ένα τούβλο να λειτουργεί σαν χειρόφρενο.
«Δεν θυμάμαι καμμία γάτα Αγκύρας στο πλήρωμα… Πες γρήγορα το σύνθημα» απαίτησε ο Χνούδης.
«Εεε… Σαρδέλα; Μπαρμπούνι; Γαλέος;» προσπάθησε στην τύχη ο Μάνος.
«ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ! ΠΑΡΕΙΣΑΚΤΟΣ!!!» ούρλιαξε ο Χνούδης. Ο Μάνος πέταξε από πάνω του τη μεταμφίεση και έτρεξε προς τον Μινώταυρο. Γύρισε το κλειδί και ως εκ θαύματος η μηχανή πήρε μπροστά. Πάτησε τέρμα το γκάζι. Το τρίκυκλο όρμησε μπροστά σπρωγμένο από τα 8 αφηνιασμένα άλογα του κινητήρα και ο Μάνος πίστεψε πως θα τα καταφέρει να ξεφύγει. Η Φιφίκα τεντώθηκε και με αργά βήματα πήγε και στάθηκε μπροστά από του ενώ τον σημάδευε με ένα Smith and Wesson model 29.44 Magnum. Ο Μάνος βρήκε τα επιχειρήματα της Φιφίκας ακαταμάχητα και σταμάτησε.
«Βρε βρε βρε… βουνό με βουνό δεν σμίγει. Θα ήθελα να συζητήσουμε για κάποια θέματα όπως πχ γιατί βρίσκεσαι εδώ αλλά να σου πω την αλήθεια θα ήθελα πρώτα να πούμε δυό λογάκια σχετικά με τη κακοποίηση των ζώων». Ο Μάνος ίδρωσε καθώς κατάλαβε πως η γάτα με το μεγάλο πιστόλι ήταν η ίδια που είχε ταράξει στις κλωτσιές το τελευταίο διάστημα.
«Πάρτε τον και κλειδώστε τον στο μπουντρούμι!» διέταξε η Φιφίκα. Αμέσως μια ομάδα από ασυνήθιστα γεροδεμένες γάτες μπουζούρισαν τον άτυχο εκδότη.
«Να τον βάλουμε κι αυτόν μέσα στη Πόρσε και να τον…»
«Όχι. Αυτός είναι δικός μου. Ρίξτε τον στο κελί με τον άλλον κι έρχομαι».
«Ο άλλος; Ποιός να είναι ο «Άλλος;» αναρωτήθηκε λακανικά ο Μάνος. Η απορία του λύθηκε μετά από λίγη ώρα.
«Καλώς τον» ακούστηκε μέσα από τα σκοτάδια του υγρού κελιού η φωνή του Θόδωρου Κασιμάτη, του διάσημου υδροβιολόγου που είχε εξαφανιστεί κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες στα τούνελ του Κυθηραϊκού Μετρό πριν πέντε χρόνια.
……………………………………………………………………………………..
Την ίδια ώρα που ο Μάνος έπεφτε στα χέρια, ή μάλλον στα νύχια των συνομωτικών αιλουροειδών, στα Μητάτα και στην ταβέρνα του Μιχάλη είχε ξεκινήσει εκ νέου η ειρηνευτική διάσκεψη υπό την αιγίδα του ΟΗΕ. Πολύ φοβάμαι πως δεν έχει νόημα να εξιστορήσω εδώ το χάος και τις ατελείωτες αντεγκλήσεις μεταξύ των συνέδρων – διανθισμένες πάντα με προσβολές και βωμολοχίες μερικές εκ των οποίων θα απαιτούσαν ειδικό γλωσσολόγο/υβρεολόγο προκειμένου να τις εκτιμήσουμε πραγματικά. Μετά από πολύωρη μάταιη προσπάθεια να φέρει τις τρεις πλευρές σε συνεννόηση, ο προεδρεύων της διάσκεψης ΓΓ του ΟΗΕ παρήγγειλε μία μερίδα κόκορα κρασάτο, μία χωριάτικη κι ένα κατρούτσο κρασί και άφησε τους Τσιριγώτες να τρώγονται μεταξύ τους. Η αλήθεια είναι πως δεν ανησυχούσε και ιδιαίτερα. Η μέχρι τώρα εμπειρία του άλλωστε του έλεγε πως το χειρότερο που μπορούσε να συμβεί ήταν να γίνει καμμιά ψευδεπώνυμη καταγγελία στην Πολεοδομία Πειραιώς ή να στείλουν οι Βιαραδιώτες καμμιά ίλη τεθωρακισμένων να τραμπουκίσουν το απορριματοφόρο του Μέσα Δήμου. Ο μόνος που φαινόταν να έχει κάποια σοβαρή ατζέντα ήταν ο Γ, ο διεθυντής της ΕΥΠ (Εξωδημοτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών) αλλά κι αυτός ασκούσε σκιώδη εξουσία καθώς η βαθιά ριζωμένη παλαιοκομματική αντίληψη της εποχής που τα Κύθηρα αποτελούσαν μέρος της Ελληνικής επικράτειας δεν έλεγε να σβήσει. Το αποτέλεσμα ήταν να μπορεί να δράσει παρά μόνο αν οι ενέργειές του εβρισκαν σύμφωνες τις μεγάλες οικογένειες της ΛΒΔ, ή αν οι ενέργειες αυτές ήταν πολύ δυσκολο να γίνουν κατανοητές και ως εκ τούτου αδιάφορες. «Παρακαλώ… ένα κατρούτσο κρασί ακόμη» είπε στον Μιχάλη τον ταβερνιάρη ο ΓΓ του ΟΗΕ κι άνοιξε το τάμπλετ να τσεκάρει το αποτέλεσμα του ματς Ουαλία-Βέλγιο στο Euro. «Φτου. Πάνε άλλα 20 δολλάρια» μονολόγησε απογοητευμένος ενώ ο Μουφτής τον Βιαραδίκων έφερνε μια καρέκλα στο κεφάλι του εκπροσώπου της Greenpeace μια πλεχτή ψάθινη καρέκλα καφενείου. Διακριτικά ο Μπαν Κι Μπουν κατευθύνθηκε προς την τουαλέτα ενώ ο Μιχάλης όπλιζε το συλλεκτικό δίκαννο με σκάγια και χοντρό αλάτι μουρμουρίζοντας κάτι γαλλικά που αφορούσαν τα καρεκλοπόδαρα και τρόπους αποθήκευσής τους σε συγκεκριμένα μέρη της Βιαραδιώτικης ανατομίας. Η σύνεση με καλεί να απομακρυνθώ από αυτό το πανηγύρι των τρελλών, ας πάμε να δούμε λοιπόν τι κάνουν οι αγαπημένοι μας υπερήρωες:
Μόλις η Κάθι έκανε reboot και βρήκε τη μνήμη της ενεργοποίησε όλες τις σούπερ διεργασίες, ρουτίνες και εφαρμογές και ύστερα πέρασε μέσα σε 3 λεπτά από όλες τις φάσεις από τις οποίες οφείλουν να διέλθουν οι εκλεπτυσμένες γυναίκες (μουτράκια, ελεγχόμενη έκρηξη θυμού, κατανόηση, σαγήνη κλπ). Όταν έφτασε στη φάση «ερωτισμός», το δόλιο το Μανώλη τον πήρε και τον σήκωσε. Κυριολεκτικά. Σε 92 δευτερόλεπτα έφτασαν από το Βύθουλα στο Καλακάθι, χρόνος που αποτελεί σίγουρα προσωπικό ρεκόρ και οφείλεται αφενός στο αχαλίνωτο πάθος, αφετέρου στον δυνατό γαρμπή που –έτσι όπως έστριψε το νησί- τον είχε με το μέρος της.
«Πετάεις γρήγορααα Κάθι μου. Να προσέχεις, εε; Ανε πάμε μέχρι τα Δόκαναα θα σε πάρω εγώ που ξέρω τα καρτέρια των κυνηγών»
Η Κάθι χαμογέλασε και κοιτάχτηκαν. Μαζί μπορούσαν να πετάξουν οπουδήποτε!
Ο Μανώλης σάστισε με τις εντυπωσιακές εγκαταστάσεις του μυστικού της καταφυγίου και δεν μπόρεσε να κρύψει το θαυμασμό και τη ζήλεια του.
Η Κάθι πάλι, ασυγκράτητη, τον έσυρε στα ενδότερα.
Ήταν έτοιμη για όλα όταν…..
«ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΟ;» φώναξε σοκαρισμένη.
Πάνω στο κομοδίνο ήταν δύο ποτήρια και ένα μισογεμάτο μπουκάλι ουίσκι, ένα μπουκαλάκι massage oil και δίπλα του ένα τσαντάκι με π-α-ν-ά-κ-ρ-ι-β-α καλλυντικά, τέτοια που ποτέ δεν είχε τη δυνατότητα η ίδια να αγοράσει. Άνοιξε τη ντουλάπα και αυτόματα βγήκε μια ράβδος από την οποία κρέμονταν καμια δεκαριά από τα ωραιότερα φορέματα που ήξερε οτι υπάρχουν. Το μεγάλο σοκ όμως το έπαθε όταν κοίταξε την παπουτσοθήκη και από μέσα έπεσε ένα ζευγάρι ballerinas Miu Miu που δεν χωρούσε και είχε στερεωθεί πρόχειρα πάνω σε μια στίβα από Gucci, Christian Louboutin και Jimmy Choo.
Έχασε τη φωνή της και όταν την ξαναβρήκε ήταν για να φωνάξει υστερικά: «Πουτ…..ααααα!!!!!!»
Κάθισε συγχισμένη και μισοκλαμμένη στο κρεββάτι και το μάτι της έπεσε στα αποτσίγαρα στο τασάκι και σε ένα ξεχασμένο αναπτήρα με το σήμα του δαφνοστεφανωμένου (και ολίγον γκέι) έφηβου. «Ώστε έτσι Γ…..» μονολόγησε πικρά. «Την έφερες εδώ. Της πήρες Gucci φόρεμα Silk crêpe de chine ενώ εμένα ούτε τα εισητήρια για τον Avlemonas δεν μου έκανες δώρο».
Ήταν σειρά του Μανώλη τώρα.
«Μου επιτρέπειεις;»
«Τι;»
«Μποράω να κάνω κάτι που θέλωω;»
Ανασήκωσε τους ώμους και του έγνεψε αδιάφορα «κάνε ότι θέλεις, δεν με νοιάζει τίποτα, είμαι ψυχολογικό ράκος».
Ο Μανώλης άνοιξε και τα δύο παράθυρα, πήρε τον αναπτήρα (η Κάθι δεν τον έβλεπε, κοιτούσε το πάτωμα), έλουσε με το ουίσκι όλα τα φορέματα και ύστερα τους έβαλε φωτιά. Ύστερα αργά, τελετουργικά, έριξε ένα ένα όλα τα παπούτσια στη θράκα. Το δωμάτιο λαμπάδιασε και γέμισε από μια φριχτή μυρουδιά καμμένου δέρματος, υφάσματος, πλαστικού. Αυτό ήταν το ισχυρότερο αφροδισιακό για την Κάθι η οποία δεν τον άφησε να ρίξει και το massage oil στις φλόγες. Θα τους χρειαζόταν.
……………………………………………………………………………………….
«Έλα κέντρο, εδώ συρμός 94»
«94 προβείτε»
«Ή εγώ τρελλάθηκα ή μόλις είδα καμμιά εκατοστή γάτες να τρέχουνε πάνω στη γραμμές»
«94 επαναλάβατε» Η φωνή της Λένας, της συντονίστριας κίνησης της εταιρείας Κυθηραϊκό Μετρό μύριζε δυσπιστία ένα μίλι μακρυά.
«Γάτες ρε κοπέλα μου, πω το λένε. Καμμιά κατοστή κατσία τρέχανε στη γραμμές. Μόλις είδανε τονε συρμό αρχινίσανε και δράμανε και σάμοως στρίψανε και μπήκανε στη γραμμή τέσσερα»
«Μήτσο πιωμένος είσαι πάλι;»
«Όχι μωρέ σου λέω. Τις είδα, ήταν ένα τσούρμο γάτες εκατό και βάνε»
«Και πάαιναν στη γραμμή τρία;»
«Τέσσερα, στη τέσσερα ποδιαπάνω σου λέω. Στρίψανε κια δράμανε. Σωρό γάτες. Για δε, ποίος είναι στη τέσσερο να τονε πεις να προσέχει»
«63 ακούει;»
«63 λαμβάνει»
«63 έχουμε αναφορά γιά συμμορία γάτωνε να δράμει στη γραμμή τέσσερα.»
«Εγώ δε βλέπω τίοτα»
«Καλώς 63»
«ΩΠΑ! Τις ανάδιασα! Σωρό γάτες!»
«63 πε μας τι γίνεται»
«Βάστα κοπελιά και φρενάρω μην έχουμε άλλα»
«63 δώνε αναφορά»
«Έλα κέντρο. Εδώ 63 σώον και αβλαβής. Έγινε φρεναρισμός με αυτοθυσία του πληρώματος και χαιρόμαστε άνεφ θύματα»
«Μα είναι κατσία;»
«Σωρό πανάθεμά τα»
«Είναι ακόμη στη γραμμές;»
«Όϊ. Εμπήκανε σε μια κατραπακτή κι εχάθηκαν»
«Τι καταφραχτή;»
«Κατραπακτή»
«Τι καταπρακτή; Έξοδος ανάγκης τη Κυθηραϊκού Μετρού;»
«Μπα. Δεν την έχω ξαναειδεί ποτές να σου πω και την αλήθεια. Ανάμεσα από σταθμό Φράτσα και Αλοϊζιάνικα»
«Καλώς 63. Συχαρητήρια»
«Ευχαριστώ Λενάκι μου»
«Νάσαι καλά Μηνά»
«Να σου πω όμως μωρέ»
«Πε»
«Αυτές οι γάτες λίγο μυστήριες ήτανε»
«Δηλαδή»
«Σάμπως μου φάνηκε πως… άστο, άστο»
«Τι;»
«Τίοτα μωρέ»
«Έλα τώρα»
«Να»
«Τι και μ’έσκασες;»
«Σάμπως κρατούσανε εργαλεία»
«Τι κάνανε;»
«Εργαλεία»
«Τι εργαλεία;»
«Θα έπαιρνα όρκο πως είχανε και μια ηλεκτροκόλληση μαζί»
«Τι λες μωρέ;»
«Να ρώτα και τον Θανάση»
«Θανάση;»
«Ναι αλήθεια»
«Αλήθεια τι;»
«Είχανε μαζί εργαλεία. Και ηλεκτροκόλληση κι ένα κοπρεσέρ»
«Παιδιά με το μαλακό το τσίπουρο έτσι;»
«Ε, άμα θες μη μας πιστεύεις. Εγώ φταίω που το είπα»
«Μπορείτε να επαναλάβετε;»
«Βρε άι παράτα μας»
«63!»
«Έλα παράτα μας, ώχου. «Όβερ κι έχουμε και δουλειές. [Κλικ.]»
Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιό πίσω ο Χνούδης έκλεινε την καταπακτή, φορτωνόταν την ηλεκτροκόλληση και ξεκινούσε αναστενάζοντας ελαφρά την ατελείωτη (έτσι του φαινόταν) κάθοδο στα σκοτεινά έγκατα του Τσιρίγου.
…………………………………………………………….
Πίσω στα Μητάτα είχε επικρατήσει –εκτός του χάους- και απελπισία. Όλοι κατηγορούσαν όλους αλλά κανείς δεν έφερνε μια βιώσιμη λύση στο τραπέζι. Όλοι; Όχι!
«Υπάρχει λύση» ακούστηκε μια φωνή. Γύρισαν όλοι προς την πόρτα. Κανείς.
«Εχμ, εδώ» είπε βγαίνοντας πίσω από την κουρτίνα ο Εφραίμ Χαρούπης.
Όσοι τον γνώριζαν αντιπαρήλθαν το οτι είχε εισέλθει κρυφά στο χώρο και μπήκαν αμέσω στο ψητό:
«Τι λύση Εφραίμ;» ρώτησε ο δήμαρχος/πρωθυπουργός της Χώρας.
«Ακριβή λύση. Και νομίζω οτι έχετε όλοι υπερβεί το μπάτζετ των δημόσιων επενδύσεων για φέτος».
«Έλα, τελείωνε, πόσα;» επέμεινε ο Δήμαρχος/πρωθυπουργός.
«Για να καταλάβετε όλοι, το μετατρέπω σε κοινό νόμισμα. 27 εκατομμύρια»
«Δηνάρια;»
«Pounds?»
«Euro?»
«Γουόν;»
«Ελβετικά φράγκα» είπε αυτός.
Όλοι κοιτάχτηκαν.
«Τα έχουμε;» ρώτησε ο ιταλός αντιπρόσωπος.
Ο Γ του έγνεψε με ένα αδιόρατο κλείσιμο των ματιών που σήμαινε «Σώπα κι άσε να δούμε που το πάνε, τα χρήματα δεν είναι θέμα αυτή τη στιγμή. Τι ώρα είναι το παιχνίδι σήμερα; Έλα να το δούμε μαζί αλλά αν πάει στην παράταση θα φύγω νωρίς γιατί με περιμένει μια κυρία. Και τι κυρία, που να σου τα λέω».
Ο Δήμαρχος/πρωθυπουργός χωρίς να σηκώσει το βλέμμα από το κινητό του ρώτησε: «Μάθιου;»
«Ναι m’ lord, τα έχουμε. Αν δώσουμε τη Φελωτή* στην COSCO για 50 χρόνια» απάντησε ο Μάθιου.
«Τελωσπάντων, δεν θα κολλήσουμε σε λεπτομέρειες. Εφραίμ πόσο χρόνο θέλεις για τη μελέτη;»
«Με προσβάλλετε κύριε πρωθυπουργέ!» είπε αυτός ακουμπώντας έναν ογκώδη φάκελλο στο τραπέζι.
«Να υποθέσω οτι το είχες προβλέψει, ε;»
«Εχμμ… όχι ακριβώς αλλά ναι, να… Μη σας νοιάζει τελωσπάντων, αυτό είναι δική μου δουλειά. Εσείς απλά φροντίστε να μη δει ο Αντρέ Μπετόν το περιεχόμενο του φακέλλου και μας κατηγορήσουν άδικα για μελέτες-φαντάσματα» είπε στραβοκοιτώντας τον Υπουργό Δημοσίων Έργων της ΛΜΔ Μανώλη Κασιμάτη (κατά κόσμον Σπαρκλέα) που από την αρχή της συνεδρίασης έχει αράξει στη γωνία και προσπαθούσε να κουρδίσει το γιουκελέλε του.
«Φιλαράκο μείνε ήσυχος!» του είπε αυτός εμφανώς μαστουρωμένος. «Ο φάκελλος έχει χαθεί, τον έψαχνα προχθές αλλά τίποτα».
«Ωραία τα κανονίσατε παλιόφιλοι» είπε ο Μουφτής. «Μπορούμε τώρα να ξέρουμε κι εμείς περί τίνος πρόκειται;»
«Αλήθεια Εφραίμ» θυμήθηκε να ρωτήσει κι ο δήμαρχος/πρωθυπουργός της ΛΜΔ. «Περί τίνος πρόκειται;»
«Θα σας πω αμέσως. Πιερ! Έλα μέσα σε παρακαλώ.»
Την ίδια ώρα το θρυλικό Βιτσέντζος Κορνάρος προσπερνούσε από την εξωτερική τη μεγάλη Δραγονέρα – και μια μέρα αργότερα τα απόνερα από το πυρηνοκίνητο σκαρί θα έφταναν στην Τρίπολη (της Λιβύης φυσικά).
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάτε οτι όοολη αυτή την ώρα που γίνονταν όοοολα αυτά, η μυστηριώδης μουσική κύκλωνε το νησί – πότε ακουγόταν δυνατά και καθαρά, πότε σαν αδιόρατη μακρινή συχνότητα.
Στο επόμενο: ειλικρινά δεν ξέρω αγαπητοί αναγνώστες (Ε-Κ.W.). Νομίζω θα γίνει χαμός. Μη το χάσετε για να μου πείτε κι εμένα γιατί μπορεί και να μην έχω ιντερνετ στην παραλία.
.
* «Όου! Yeah, κι εγώ θέλω tea» αναφώνησε ο αυστραλός πρόξενος Lakis Casimatis.
«Φελω-Tή είπε ρε Theo, δεν μιλάμε mix εδώ μέσα!» τον αγριοκοίταξε ο Μιχάλης που βαριόταν τώρα να φτιάχνει τσάγια.